Θέμα της δεδομένης ερευνητικής αναφοράς είναι «η Παραγωγή Εκπαιδευτικού Υλικού με WebQuests και Wikis και η Εφαρμογή στη Διδασκαλία της Κοινωνιολογίας. Στόχος της παρούσας ερευνητικής αναφοράς είναι να παρουσιαστεί συγκριτικά μέσα από την χρήση δύο εκπαιδευτικών εργαλείων διαφορετικών κατηγοριών τέτοιων όπως το WebQuest – που ανήκει στην κατηγορία CSILE (Computer Supported Integrated Learning Environments) – και το Wiki – που ανήκει στην κατηγορία CSCL (Computer Supported Collaborative Learning) – ο βαθμός «επιτυχίας» του πλαισίου ένταξης και χρήσης τους για τις διδακτικές ανάγκες του μαθήματος της Κοινωνιολογίας.
Ως μεθοδολογία στο πλαίσιο μιας ευρύτερης ερευνητικής στρατηγικής που συμφιλιώνει την Φαινομενολογία και την Ερμηνευτική με τον Ορθό Λόγο και την Θετικιστική Παράδοση έχουν χρησιμοποιηθεί αφενός στοιχεία της ποιοτικής έρευνας ( συνέντευξη, ερευνητικές αναφορές) και αφετέρου στοιχεία της ποσοτικής έρευνας (ερωτηματολόγια).
Τα Συμπεράσματα της Έρευνας αναφέρουν ότι το πλαίσιο ένταξης και χρήσης των WebQuests στην εκπαιδευτική διαδικασία για τη διδασκαλία του μαθήματος της Κοινωνιολογίας είναι περισσότερο επιτυχημένο σε σχέση με αυτό των Wikis όσον αφορά την παράμετρο Ευελιξία του Χρήστη. Όσον αφορά όμως τις παραμέτρους Περιεχόμενο, Τεχνική Αρτιότητα και Παιδαγωγική Αρτιότητα το πλαίσιο ένταξης και χρήσης των Wikis παρουσιάζει μεγαλύτερο βαθμό «επιτυχίας» συγκριτικά με αυτό των WebQuests.
Η παρούσα έρευνα αφορά δράση στην σχολική τάξη, στην οποία οι μαθητές αναπτύσσουν περιεχόμενο σε σχολική ιστοσελίδα και σε διαδικτυακό περιοδικό. Τα ερευνητικά μας ερωτήματα είναι:
Ως εργαλεία συλλογής δεδομένων χρησιμοποιήθηκαν ημερολόγιο, βιντεοσκοπήσεις των διδασκαλιών, ερωτηματολόγια στους μαθητές και στους φιλόλογους, εκθέσεις σχετικά με την γνώμη τους για τη δράση, άρθρα των μαθητών και παρατήρηση διδασκαλίας.
Όσον αφορά τον γραμματισμό των μαθητών στα νέα ψηφιακά μέσα, χρησιμοποιήθηκαν:
Η διαδικασία παραγωγής, ανάπτυξης και δημοσίευσης υλικού στo ψηφιακό περιοδικό ακολούθησε τη συνδυαστική μέθοδο παραδοσιακού τρόπου (ομαδοσυνεργατικές δραστηριότητες μέσα στην τάξη) και την εξ αποστάσεως εκπαίδευση (εκπαίδευση όπου ο καθηγητής και ο μαθητής δεν είναι απαραίτητο να βρίσκονται στον ίδιο φυσικό χώρο).
Το παρόν παιχνίδι αναπτύχθηκε στο πλαίσιο διπλωματικής εργασίας στο Διαπανεπιστημιακό Διατμηματικό Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Σπουδών «Τεχνολογίες της Επικοινωνίας και της Πληροφορίας για την Εκπαίδευση» (http://www.icte.ecd.uoa.gr), υπό την επίβλεψη του Επίκουρου Καθηγητή κ. Γκούσκου Δημήτρη.
Περιγραφή
Το παιχνίδι απευθύνεται κυρίως σε μαθητές της Ε' δημοτικού και μέσω αυτού επιδιώκεται να καλυφθούν όσο το δυνατόν περισσότερο οι διδακτικοί στόχοι της ενότητας "Ηλεκτρισμός" του σχολικού βιβλίου “ΦΥΣΙΚΑ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ - Ερευνώ και Ανακαλύπτω" (ΥΠΒΔΜΘ, ΠΙ), σύμφωνα με τα όσα προβλέπει σχετικά το επίσημο Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών.
Το "ηλεκτρο-δωμάτιο" αποτελεί μια προσπάθεια υλοποίησης ενός ρεαλιστικού διαδραστικού περιβάλλοντος, το οποίο προσομοιώνει ένα πραγματικό «εργαστήριο» ηλεκτρικών κυκλωμάτων. Το παιχνίδι είναι σχεδιασμένο με βάση την ανακαλυπτικήθεωρία προσέγγισης της γνώσης και εμπεριέχει χαρακτηριστικά που απορρέουν από τις εποικοδομητικές θεωρίες μάθησης. Έχει σαν πρωταρχική του επιδίωξη τόσο την ενθάρρυνση της μάθησης όσο και την διασκέδαση του μαθητή και περιλαμβάνει ένα πλήθος από διαδραστικά πειράματα, τα οποία παρουσιάζονται περισσότερο ωςρεαλιστικές αναπαραστάσεις αντικειμένων και διατάξεων της καθημερινής ζωήςκαι λιγότερο ως εργαστηριακές ασκήσεις.
Ο στόχος
Ο κεντρικός στόχος του παιχνιδιού είναι ο παίκτης να ανακαλύψει όλες τις κρυμμένες δοκιμασίες, με ένα ελάχιστο αρχικών οδηγιών και να τις επιλύσει, συγκεντρώνοντας έτσι το μεγαλύτερο δυνατό σκορ.
Συμμετοχές σε συνέδρια/εκθέσεις
Στην έρευνα αυτή πρόκειται να εξεταστεί η σχέση της τηλεόρασης με την εκπαίδευση. Είναι αδιαμφισβήτητη η επικοινωνία και η επιρροή ανάμεσα στους δύο θεσμούς, την εκπαίδευση και τα ΜΜΕ γενικότερα. Στον όρο εκπαίδευση περικλείονται τόσο το γνωστικό περιεχόμενο και το εκπαιδευτικό έργο όσο και οι ομάδες των υποκειμένων που συμμετέχουν στη θεσμική της οργάνωση, όπως οι μαθητές, οι γονείς και οι δάσκαλοι. Αυτές οι ομάδες γίνονται κοινωνοί μιας εικονιστικής κουλτούρας, η οποία, μεταξύ άλλων, προβάλλει και εικόνες της ίδιας της εκπαίδευσης. Ο τρόπος με τον οποίο απεικονίζεται το σχολείο και οι πρωταγωνιστές του στα ΜΜΕ έχει γίνει αντικείμενο πολλών μελετών διεθνώς, οι οποίες έχουν ως αντικείμενο έρευνας κείμενα από σχολικά βιβλία, λογοτεχνικά έργα και περιοδικά μέχρι τηλεοπτικά σίριαλ και κινηματογραφικές ταινίες.
Η παρούσα έρευνα εστιάζει στον κοινωνικό ρόλο της δασκάλας και συγκεκριμένα στην έμφυλη διάστασή του καθώς και στον τρόπο με τον οποίο τα τηλεοπτικά κείμενα τον διαχειρίζονται. Στόχος είναι να διερευνηθούν οι εικόνες της δασκάλας, στις ψυχαγωγικές τηλεοπτικές σειρές στην Ελλάδα. Η βασική θέση είναι ότι η λογική και η δομή αυτών των κειμένων δίνει στο τηλεοπτικό κοινό τη δυνατότητα να έρθει σε επαφή με τους άλλους κοινωνικούς ρόλους του προσώπου της δασκάλας, που δεν αφορούν το εκπαιδευτικό της έργο. Αντίθετα εισέρχονται στη σφαίρα της ιδιωτικής της ζωής και του χαρακτήρα της. Δημιουργείται έτσι ένα πρόσφορο έδαφος ώστε η «αλήθεια» του φύλου της –γυναίκα– να λειτουργεί ως επεξήγηση της επιλογής του κοινωνικού της ρόλου ως δασκάλα.
Είναι συχνό το φαινόμενο στις έρευνες ο ρόλος του δασκάλου να μην εμφανίζει ευδιάκριτο γένος. Περιλαμβάνεται σε αυτόν, χωρίς να δηλώνεται, και η δασκάλα. Δάσκαλος και δασκάλα αντιμετωπίζονται ως δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Οι εικόνες τους έχουν πολλά ουσιώδη δομικά χαρακτηριστικά, όμως οι διαφορές τους δεν παύουν να είναι σημαντικές. Αν η κοινωνική εικόνα του δασκάλου προσδιορίζει με σαφήνεια τους χαρακτήρες που τη συνιστούν, η αντίστοιχη της δασκάλας τα προσδιορίζει με ακόμα περισσότερη ακρίβεια και αυστηρότητα, γιατί είναι και δασκάλα και γυναίκα. Η κοινωνική επιτήρηση της εικόνας της είναι διπλά αυστηρή.
Στη μελέτη αυτή θα διερευνηθεί με ποιον τρόπο εγγράφεται και αποτυπώνεται η διαφοροποίηση των φύλων ως προς τον ρόλο του δασκάλου/δασκάλας κατά τα παραδοσιακά στερεότυπα ή αν πλέον βαδίζουμε προς μια άμβλυνση της στερεοτυποποίησης των φύλων και των αντίστοιχων κοινωνικών τους ρόλων. Γι’ αυτό τον λόγο, θα γίνει ανάλυση του περιεχόμενου των κατασκευασμένων αφηγημάτων γενικότερα και των σχετικών τηλεοπτικών χαρακτήρων ειδικότερα, ώστε να φωτιστούν οι πιθανές προεκτάσεις που αυτό το περιεχόμενο έχει –ή πιθανότατα διαμορφώνει– σε σχέση με τις απόψεις, τις στάσεις και τις πεποιθήσεις του ευρύτερου κοινωνικού συνόλου απέναντι στον ρόλο της δασκάλας.
Η ερευνητική εργασία οργανώνεται γύρω από τέσσερα βασικά ερωτήματα:
α) Πώς διαχειρίζεται τη θηλυκότητά της η τηλεοπτική δασκάλα; β) Πώς προβάλλεται ο επαγγελματικός της ρόλος; γ) Ποιοι είναι οι κοινωνικοί ρόλοι που εμφανίζουν έντονη επανάληψη στον τηλεοπτικό χαρακτήρα, εκτός από αυτόν της δασκάλας; δ) Με ποια κριτήρια αξιολογείται από τους άλλους (γονείς, μαθητές, συναδέλφους) τόσο ως προς τον επαγγελματικό ρόλο της δασκάλας όσο και ως προς τους άλλους κοινωνικούς της ρόλους;
Η παρούσα εργασία αναπτύσσεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο μέρος οργανώνεται το θεωρητικό πλαίσιο της έρευνας, όπου αρχικά αναφέρονται σχετικές έρευνες από την αγγλική και αμερικανική βιβλιογραφία σχετικά με την εικόνα του δασκάλου στα εικονιστικά μέσα. Στη συνέχεια κρίθηκε απαραίτητο να γίνει σύντομη αναφορά στο ιστορικο-κοινωνικό πλαίσιο στην Ελλάδα, σε σχέση με την παρουσία της δασκάλας στην εκπαίδευση. Ακολούθως, προσεγγίζεται θεωρητικά η σχέση των ΜΜΕ με τους έμφυλους ρόλους, υπό το πρίσμα της φεμινιστικής θεωρίας. Επίσης, προσδιορίζονται εννοιολογικά τα βασικά στοιχεία του τηλεοπτικού αφηγήματος, όπως η εικόνα, ο τηλεοπτικός χαρακτήρας, αλλά και η σχέση των ψυχαγωγικών τηλεοπτικών σειρών με την καθημερινή πραγματικότητα και τις κοινωνικές αντιλήψεις. Τέλος, διατυπώνεται ο στόχος της έρευνας και οι υποθέσεις εργασίας. Στο δεύτερο μέρος παρουσιάζεται η έρευνα, με τη μεθοδολογία, τα ερωτήματα και τα αποτελέσματά της. Τέλος, γίνεται σχολιασμός των ευρημάτων και εξαγωγή των συμπερασμάτων της έρευνας.
Η παρούσα εργασία φιλοδοξεί να περιγράψει τις διεργασίες που πραγματοποιήθηκαν από τη διατύπωση της ιδέας μέχρι την υλοποίηση του ψηφιακού παιχνιδιού με τίτλο ΛΟ. Το συγκεκριμένο παιχνίδι αφορά τον κύκλο του νερού και απευθύνεται σε μαθητές του νηπιαγωγείου και των πρώτων τάξεων του δημοτικού.
Στόχος του παιχνιδιού είναι να προβληματίσει με ευχάριστο τρόπο τα παιδιά της ηλικίας που απευθύνεται, αλλά και όλους όσοι ενδιαφέρονται για αυτό, σχετικά με τον κύκλο του νερού, παρουσιάζοντας τον τμηματικά και τροφοδοτώντας τους παίκτες με εικόνες που συνδέονται με την καθημερινή τους ζωή. Σκοπός του παιχνιδιού είναι να μπορέσουν οι παίκτες να εντοπίσουν το πλήθος των κυκλικών διαδρομών που μπορεί να κάνει μια σταγόνα νερού στον πλανήτη.
Ο χώρος δράσης του παιχνιδιού σύμφωνα με τον σχεδιασμό του είναι το σχολείο μέσα στο οποίο φιλοδοξεί να λειτουργήσει ως συμπληρωματικό εργαλείο διδασκαλίας για τους εκπαιδευτικούς, χωρίς να αποκλείει την ύπαρξή του στον χώρο κατοικίας των παικτών και την ενεργητική εμπλοκή των ενηλίκων που ζουν μαζί με τα παιδιά όπως οι γονείς.
Βασικό κριτήριο σε όλα τα στάδια δημιουργίας του παιχνιδιού ήταν η θεωρητική τεκμηρίωση κάθε στόχου και τρόπου σε σχέση με την αλληλεπίδραση των παικτών με τις εφαρμογές του παιχνιδιού. Στο κείμενο της εργασίας που ακολουθεί γίνεται μια προσπάθεια καταγραφής των σταδίων ανάπτυξης του ανθρώπου πάνω στα οποία οικοδομείται η γνώση και αναζητείται ο πλέον αποδοτικότερος τρόπος μάθησης των παιδιών. Από αυτή την προσπάθεια τεκμηρίωσης του τρόπου μάθησης φυσικό είναι να μην απουσιάζει το παιχνίδι με την κλασική του σημασία και το σύγχρονο παιχνίδι
ψηφιακής μορφής.
Το παιχνίδι ενεργοποιεί τη φαντασία του παίκτη δημιουργώντας περιβάλλοντα με απλά καθημερινά στοιχεία. Το κριτήριο επιλογής των στοιχείων αυτών έγινε με γνώμονα την ύπαρξή τους μέσα στο εργαστήριο του σχολείου των μαθητών όπου κάνουν τις δικές τους κατασκευές, ονειρεύεται να γίνει κομμάτι από τη φαντασία του παίκτη πίσω από τις εικόνες που βλέπει το μάτι του κοιτώντας το φυσικό περιβάλλον. Όπως ο άνθρωπος σχηματίζει έναν κύκλο με τις κινήσεις και τις δράσεις του μέσα σε ένα εικοσιτετράωρο, έτσι και το νερό, σύμφωνα με τους περιορισμούς και τις δυνατότητες που του
επιτρέπει η φυσική του σύσταση και μορφή, κινείται μέσα στο περιβάλλον.
Όμως, καθώς χέρια δεν διαθέτει και ρολόι δεν φοράει, τι είναι άραγε αυτό που ορίζει σε μια σταγόνα πότε θα κινηθεί; Πότε θα αλλάξει μορφή και πότε θα δώσει σε κάποιον ζωή; Η αλληλεπίδραση των παικτών με το παιχνίδι ίσως βοηθήσει να δοθούν απαντήσεις σε τέτοιου είδους ερωτήματα και να γεννηθούν άλλα, που θα ζητούν τη συνεργασία των μελών μιας ομάδας, όπως της σχολικής, για να απαντηθούν.
Η παρούσα εργασία φιλοδοξεί να περιγράψει την προσπάθεια κατασκευής ενός εκπαιδευτικού ψηφιακού παιχνιδιού με τίτλο «Χώνεψέ Το!!!». Το συγκεκριμένο παιχνίδι αφορά το πεπτικό σύστημα, απευθύνεται σε μαθητές Δ΄, Ε΄ δημοτικού και Α΄ γυμνασίου και στόχο έχει να μεταφέρει στους μαθητές με ευχάριστο τρόπο γνώσεις σχετικά με την πορεία της πέψης και να λειτουργήσει ως βοηθητικό-συμπληρωματικό εργαλείο διδασκαλίας για τους εκπαιδευτικούς.
Εκτός από την κατασκευή του, η εργασία περιλαμβάνει ενδεικτική έρευνα σε μαθητές δημοτικών σχολείων και δασκάλους με ερωτηματολόγια τα οποία εξετάζουν τον παράγοντα “παικτικότητα’ στο παιχνίδι, αλλά και απόψεις σχετικά με το συγκεκριμένο παιχνίδι και τα ψηφιακά παιχνίδια γενικότερα.
Παράλληλα όλα τα παραπάνω βρίσκονται ενταγμένα μέσα σε ένα θεωρητικό πλαίσιο που εξετάζει το παιχνίδι με την κλασική του σημασία και το σύγχρονο παιχνίδι ψηφιακής μορφής.
Το θέμα αυτής της εργασίας είναι η παραγωγή ενός εκπαιδευτικού υλικού για το γυμνάσιο με θέμα το βιβλίο και συγκεκριμένα τη διαδικασία παραγωγής ενός βιβλίου. Το βιβλίο για τους περισσότερους μαθητές είναι ένα αντικείμενο άμεσα συνδεδεμένο με την υποχρεωτική εκπαίδευση. Είναι φορέας της σχολικής γνώσης και μέσο για τη σχολική επιτυχία και την εισαγωγή στο πανεπιστήμιο. Μολονότι τα σχολικά εγχειρίδια έχουν βελτιωθεί πολύ σε σχέση με το παρελθόν, όσον αφορά τη γλώσσα την εικονογράφηση και τη δομή της ύλης, παραμένουν σημεία τριβής που προκαλούν συχνά συγκρούσεις ανάμεσα στην εκπαιδευτική κοινότητα, στο Υπουργείο Παιδείας, τους γονείς και τελικά τους μαθητές. Επιπλέον η απουσία συγκροτημένης πολιτικής για το βιβλίο, από τη μεριά της πολιτείας, έχει αρνητικά αποτελέσματα για τη βιβλιοφιλία ανάμεσα στους νέους.
Η στέρηση της απόλαυσης της ανάγνωσης και η μη γνώση στον τρόπο που μπορεί να προσεγγιστεί ένα βιβλίο είναι ανασταλτικοί παράγοντες στην απόκτηση της γνώσης. Η κρίσιμη ώρα ενός φοιτητή στο πανεπιστήμιο είναι όταν πρέπει να έρθει αντιμέτωπος με τα κείμενα. Οι φοιτητές όταν πρέπει να διαβάσουν ένα κείμενο που τους έχει αναθέσει ο καθηγητής, δυσκολεύονται, δυσανασχετούν, δεν ξέρουν τι να
κάνουν με αυτό. Η ανάγνωση ενός κειμένου δεν έχει καμία σημασία για αυτούς. Διότι για να προσεγγίσει κανείς ένα κείμενο και κυρίως ένα επιστημονικό κείμενο, πρέπει να κατέχει κάποια εργαλεία που θα τον βοηθήσουν να παρακολουθήσει τα επιχειρήματα και την προβληματική του συγγραφέα και έτσι να βγάλει τα συμπεράσματά του από αυτό.
Θεωρώ ότι η εκπαίδευση γύρω από το βιβλίο, διαμορφώνει καλούς αναγνώστες και σκεπτόμενους πολίτες. Επέλεξα να φτιάξω ένα εκπαιδευτικό υλικό για το βιβλίο χρησιμοποιώντας ως μέσο το βίντεο και αυτό γιατί η εικόνα μπορεί να κρατήσει περισσότερο το ενδιαφέρον των μαθητών από οποιοδήποτε άλλο μέσο. Επιδίωξα μέσα από μαρτυρίες ανθρώπων που εμπλέκονται στην παραγωγή ενός βιβλίου, αλλά και από προσεκτικά επιλεγμένες εικόνες να καλύψω όλη τη διαδικασία, δίνοντας τις απαραίτητες πληροφορίες, αλλά και να παρεμβάλω κάποια μικρά δρώμενα ανάμεσα στις θεματικές ενότητες για ξεκουράσω τον θεατή από το περιεχόμενο.
Ο στόχος μου είναι να πληροφορηθεί μεν ο μαθητής αλλά και να προσεγγίσει το βιβλίο ως ένα αντικείμενο που δημιουργείται με μεγάλη φροντίδα και επιμέλεια και που μπορεί να τον συντροφεύει παντού.
Για την πραγματοποίηση αυτής της εργασίας, συνέλεξα και μελέτησα αρχικά τη σχετική βιβλιογραφία. Στη συνέχεια συνέταξα το σενάριο με άξονα τις σύγχρονες τεχνικές της παραγωγής και πήρα συνεντεύξεις από ανθρώπους του βιβλίου. Δεν θέλησα να παρουσιάσω ιστορικά την εξέλιξη των εκδόσεων, της τυπογραφίας, της βιβλιοδεσίας κ.ο.κ., θεωρώ όμως ότι το βίντεο δίνει τη δυνατότητα στον εκπαιδευτικό να δουλέψει με την τάξη πάνω σε αυτά τα ζητήματα.
Το γραπτό μέρος της εργασίας συμπεριλαμβάνει μια σύντομη αναφορά στη γραφή και την τυπογραφία, την περιγραφή των σταδίων παραγωγής, τα μέρη ενός βιβλίου, την περιγραφή του εκπαιδευτικού βίντεο, το εγχειρίδιο του καθηγητή με προτάσεις για τη χρήση του υλικού και προτεινόμενες δραστηριότητες για τους μαθητές. Τέλος, παρατίθεται ένα γλωσσάρι με τους όρους που απαντώνται τόσο στο βίντεο όσο και στο κείμενο.
Στην παρούσα εργασία περιγράφονται κάποιες εφαρμογές εξ αποστάσεως μουσικής εκπαίδευσης σ ε ηλεκτρονικές πλατφόρμες ανοιχτού κώδικα, που υποστηρίζουν φιλολογικές γνώσεις για τη μουσική και τα πνευστά μουσικά όργανα, τη θεωρητική εκπαίδευση καθώς και την εκμάθηση πνευστού μουσικού οργάνου. Παρουσιάζονται κάποια μαθήματα από την Ιστορία της Μουσικής, την Οργανολογία και τη θεωρία της μουσικής με χρήση συστήματος εξα αποστάσεως διδασκαλίας και εκμάθησης πνευστού οργάνου μέσω συστήματος για εξ αποστάσεως διδασκαλία πνευστών μουσικών οργάνων.
Το ψηφιακό παιχνίδι είναι ένα σχετικά καινούργιο φαινόμενο, το οποίο απασχολεί γονείς, εκπαιδευτικούς, ειδικούς στην εκπαίδευση. Τη σημερινή εποχή, πλέον, γίνεται όλο και πιο έντονο το ενδιαφέρον ερευνητών, εκπαιδευτικών, σχεδιαστών εκπαιδευτικών πόρων, σχετικά με το αν και με ποιο τρόπο αυτό το τόσο δυναμικά ανερχόμενο μέσο μπορεί να βοηθήσει υποστηρικτικά τη μάθηση (Kirriemuir J. & McFarlane A., 2004). Οι τάσεις που έχουν διαμορφωθεί γύρω από τα ψηφιακά παιχνίδια είναι τόσο θετικές όσο και αρνητικές. Με άλλα λόγια, αφενός υπάρχουν οι υποστηρικτές που τονίζουν ότι τα παιχνίδια βοηθούν στο να αναπτυχθεί στους παίκτες ένα ευρύ πεδίο δεξιοτήτων οι οποίες μπορούν να φανούν χρήσιμες και σε άλλες χρήσεις της ψηφιακής τεχνολογίας και αφετέρου, έντονη έχουν κάνει την παρουσία τους όσοι θεωρούν πως τα ψηφιακά παιχνίδια αποσπούν την προσοχή των παιδιών από πιο «αξιόλογες» δραστηριότητες, όπως το να παίζουν έξω από το σπίτι, να διαβάζουν κτλ. (Shaffer, D. W., Squire, K. R., Havelson, R. & Gee, J. P., 2005).
Σύμφωνα, λοιπόν, με τα παραπάνω, και δεδομένης αυτής της διχογνωμίας σχετικά με τη συμβολή των ψηφιακών παιχνιδιών στην εκπαίδευση, προκύπτει το ερευνητικό ερώτημα της παρούσας διπλωματικής εργασίας: επιδιώκεται να διερευνηθεί η συμβολή και η αποτελεσματικότητα των Τεχνολογιών της Πληροφορίας και της Επικοινωνίας (ΤΠΕ) στην Εκπαίδευση, μέσω της αξιοποίησή τους μέσα από το ψηφιακό παιχνίδι. Στην παρούσα εργασία, λαμβάνοντας υπόψη το κενό που υφίσταται σχετικά με το υλικό, τον σχεδιασμό και τη διδασκαλία της πληροφορικής στο δημοτικό σχολείο, δημιουργείται ένα ψηφιακό παιχνίδι, το οποίο απευθύνεται σε μαθητές της Δ’ δημοτικού και έχει ως στόχο να διδάξει βασικές έννοιες πληροφορικής, όπως τα μέρη ενός υπολογιστή, τα εξαρτήματα που απαρτίζουν το εσωτερικό της κεντρικής μονάδας συστήματος, τις κύριες κατηγορίες υπολογιστών και τα είδη των περιφερειακών συσκευών.
Το ψηφιακό παιχνίδι που δημιουργήθηκε αφενός συμβάλλει στη δημιουργία υλικού για τη διδασκαλία της πληροφορικής στο δημοτικό σχολείο (και κατ’ επέκταση συντελεί στη μείωση του υπάρχοντος εκπαιδευτικού κενού) και αφετέρου συνάδει με τους άξονες υλοποίησης του γενικού σκοπού της πληροφορικής στο δημοτικό, όπως αυτοί καταγράφονται από το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο. Πιο συγκεκριμένα, μέσα από το προτεινόμενο ψηφιακό παιχνίδι, η χρήση του υπολογιστή θα στραφεί γύρω από τους εξής άξονες:
υπολογιστή: μνήμη, επεξεργασία της πληροφορίας, επικοινωνία, μέσα σε μια προοπτική τεχνολογικού αλφαβητισμού και αναγνώρισης των δυνατοτήτων της υπολογιστικής τεχνολογίας.
Ακόμα, μέσα από το προτεινόμενο ψηφιακό παιχνίδι οι μαθητές θα είναι σε θέση να:
Η παρούσα διπλωματική εργασία αποτελεί πρόταση ενός εισαγωγικού μαθήματος στην τέχνη του video dance σε επαγγελματικές σχολές χορού κυρίως και προσεγγίζει αυτή τη σχετικά νέα μορφή τέχνης μέσα από έναν ιστορικό πρωτίστως τρόπο. Θέλοντας να δώσουμε έναν πρώτο ορισμό σχετικά με το τι είναι το video dance, θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίσουμε ως το αποτέλεσμα της ένωσης της τέχνης του χορού με τις τεχνικές του κινηματογράφου. Η σύμπραξη των δύο τεχνών έχει οδηγήσει στη δημιουργία ταινιών, οι οποίες μπορεί να χρησιμοποιηθούν ως εργαλείο μνήμης, ως εκπαιδευτικό εργαλείο και να αποτελέσουν μέρη ενός νέου δημιουργικού κι εκφραστικού μέσου.
Η διπλωματική εργασία είναι δομημένη με τον χαρακτήρα ενός μαθήματος, το οποίο προτείνεται να καλύπτει ένα ακαδημαϊκό εξάμηνο, να περιλαμβάνει έναν κύκλο δεκατριών επιμέρους μαθημάτων, να λαμβάνει χώρα μία φορά τη βδομάδα και να διαρκεί δύο ώρες. Κάθε μάθημα θα περιλαμβάνει θεωρία σχετική με το θέμα που εξετάζεται. Επίσης κατά τη διάρκεια κάθε μαθήματος θα γίνεται προβολή και θέαση ολόκληρων έργων video dance ή μέρη αυτών, ανάλογα με τους επιμέρους διδακτικούς στόχους του διδάσκοντα. Το υλικό που θα παρουσιάζεται θα δομηθεί από την αρχή του κύκλου των μαθημάτων, αφού κρίνεται αναγκαία η εκ των προτέρων οργάνωση του υλικού που επιλέγεται για διδασκαλία και ο τρόπος με τον οποίο πρόκειται να διδαχθεί.
Αναπόσπαστο στοιχείο κάθε μαθήματος είναι η κατευθυνόμενη και η ελεύθερη συζήτηση, που θα γίνεται με τους φοιτητές. Σε κάθε μάθημα θα δίνεται στους φοιτητές υλικό μελέτης –που θα είναι η θεωρία του μαθήματος- και περαιτέρω υλικό μελέτης, όπου κρίνεται αναγκαίο. Ακόμα θα ανατίθενται στους φοιτητές εργασίες, ομαδικές ή ατομικές, ανάλογα με την εξέλιξη και την πορεία της ύλης. Στο τέλος του κύκλου των μαθημάτων θα γίνει η γενική αξιολόγηση επίτευξης των στόχων που είχαμε τεθεί, τόσο των γενικών και αρχικών, όσο και των επιμέρους κατά την πορεία των μαθημάτων. Από την αρχή του κύκλου των μαθημάτων οι φοιτητές θα εφοδιάζονται με ένα εκπαιδευτικό λογισμικό, που έχει δημιουργηθεί για τις ανάγκες του μαθήματος.
Για τις ανάγκες της παρούσας εργασίας, τα video dance που έχουν επιλεγεί ώστε να δομήσουν το μάθημα είναι έργα πρωτοπόρων ή καταξιωμένων δημιουργών και έργα που έχουν βραβευθεί σε διεθνή φεστιβάλ video dance ανά τον κόσμο. Επίσης γίνεται μία αναφορά σε κάποια έργα που ανήκουν στην κατηγορία των documentary films, έργων που στο σύνολό τους αποτελούν κυρίως πηγές μνήμης και καταγραφής σημαντικών χορευτικών δρώμενων.
Με τη σύμπραξη χορού και κινηματογράφου ο χορός αποδεσμεύεται από την εφήμερη φύση του. Οι δημιουργίες που προκύπτουν διατηρούν τον χορό στον χρόνο, καθιστώντας ικανή τη μελλοντική αναπαραγωγή του, ενώ ταυτόχρονα συνθέτουν τη βιβλιογραφία κάθε μελετητή του. Με τη συνεχή εξέλιξη της κοινής πορείας των δυο τεχνών προκύπτει μια νέα μορφή τέχνης, το video dance. Το video dance καταργεί κάθε κανόνα που ισχύει στο σκηνικό χώρο, απεγκλωβίζοντας το χορό από σκηνικούς περιορισμούς. Ως τέχνη έχει να παρουσιάσει πληθώρα δημιουργών και δημιουργημάτων και έχει καταφέρει να κερδίσει μία αυτόνομη θέση στο χώρο των τεχνών. Είναι μια δυναμική τέχνη που εξελίσσεται διαρκώς και παράλληλα με τη σύγχρονη εποχή. Η επαφή των φοιτητών με την τέχνη του video dance, οργανωμένα με τη μορφή μαθήματος, θα τους οδηγήσει σε νέους μαθησιακούς, δημιουργικούς και εκφραστικούς ορίζοντες και θα τους καταστήσει ικανούς να εξελίσσονται παράλληλα με τις τάσεις της εποχής τους.
H εργασία αυτή αποτελεί μια προσωπική μαρτυρία για την περιπέτεια της υγείας που πέρασα και αφορούσε την αντιμετώπιση του καρκίνου του μαστού.
Αποφάσισα να επιλέξω αυτό το θέμα για την διπλωματική μου όχι μόνο για να πω αυτά που έζησα, αλλά γιατί πιστεύω ότι ίσως θα μπορέσουν να βοηθηθούν και άλλες γυναίκες που θα βρεθούν σε αυτή τη θέση στο μέλλον.
Μέσα στο βιβλιαράκι προσπάθησα να βάλω κάποια θέματα που μας απασχολούν όλες, αλλά και πληροφορίες, κάτι που εγώ έψαξα πολύ για να βρω. Η ταινία είναι μια κατάθεση αυτού που ήταν για μένα αυτή η περιπέτεια. Είχε γέλιο αλλά και κλάμα, είχε απελπισία αλλά και ελπίδα, αγάπη αλλά και μοναξιά και πολλές άλλες αντιθέσεις. Σίγουρα, εκτός από το σώμα μου, άλλαξε και την ψυχή μου.
Δεν ήθελα να κάνω ένα ντοκιμαντέρ με συνεντεύξεις, μαρτυρίες. Ήθελα να δώσω τη δική μου ματιά σε όλο αυτό που μου συνέβη και που συμβαίνει καθημερινά σε χιλιάδες γυναίκες σε όλο τον κόσμο. Κατά τη διάρκεια των θεραπειών μου βιντεοσκόπησα κάποιες στιγμές και αυτό ήταν το βασικό υλικό που χρησιμοποίησα. Άλλωστε, ήταν πολύ δύσκολο να βρει κάποιος αυθεντικό υλικό πάνω σε αυτό το θέμα.
Στη σύγχρονη εποχή προσφέρονται νέες δυνατότητες επικοινωνίας και πρόσβασης στις πληροφορίες, δημιουργώντας όμως ταυτόχρονα και νέες ανάγκες για μάθηση και προσωπική ανάπτυξη. Η κοινωνία της γνώσης απαιτεί από το μαθητή να αναπτύξει δεξιότητες, όπως η ευελιξία και προσαρμοστικότητα στo πλήθος των τεχνολογικών και κοινωνικών αλλαγών που βιώνει, η οργάνωση και κριτική αντιμετώπιση των πληροφοριών που λαμβάνει, και η ικανότητά του να μαθαίνει και από μόνος του από οπουδήποτε μπορεί να έχει πρόσβαση στην πληροφορία.
Αναμφίβολα λοιπόν υπάρχει επιτακτική ανάγκη βαθιών –και προπάντων ουσιαστικών– αλλαγών στους εκπαιδευτικούς σκοπούς όλων των αναπτυγμένων χωρών. Κρίνεται αναγκαία μια ουσιαστική στροφή από το παραδοσιακό δασκαλοκεντρικό μοντέλο διδασκαλίας σε ένα μαθητοκεντρικό, όπου οι μαθητές γίνονται συνδημιουργοί της διδασκαλίας μαζί με το δάσκαλο.
Οι σύγχρονες θεωρίες μάθησης τονίζουν διαρκώς τη σημασία του κοινωνικού πλαισίου μέσα στο οποίο πραγματοποιείται η μάθηση και η αλληλεπίδραση μεταξύ των μαθητών. Αρχίζει διεθνώς να αναγvωρίζεται όλο και περισσότερο η σημασία της συνεργατικής μάθησης, τα οφέλη της οποίας καταδεικνύονται μέσω των ερευνών πολλαπλά: ακαδημαϊκά, συναισθηματικά, κοινωνικά.
Την ίδια στιγμή, σε συνδυασμό με την έμφαση που δίνεται στο κοινωνικό πλαίσιο και στην αλληλεπίδραση μεταξύ των μαθητών, χαρακτηριστική είναι και η ραγδαία ανάπτυξη των τεχνολογιών της πληροφορίας και των επικοινωνιών που μέσω των τηλεπικοινωνιακών δικτύων έδωσαν ποικίλες δυνατότητες και προοπτικές στην εκπαίδευση, και οδήγησαν στην ανάπτυξη των Συστημάτων
Συνεργατικής Μάθησης Μέσω Υπολογιστή (ο διεθνής όρος που χρησιμοποιείται είναι CSCL: Computer Supported Collaborative Learning). Πρόκειται για μένα πολλά υποσχόμενο πεδίο με βασικό στόχο τη μελέτη του πώς οι άνθρωποι μαθαίνουν μαζί με τη βοήθεια του υπολογιστή, την προαγωγή δηλαδή της συνεργατικής μάθησης με τη χρήση του ηλεκτρονικού υπολογιστή. Και εδώ οι
έρευνες καταδεικνύουν πολλαπλά οφέλη.
Στόχος της παρούσας εργασίας είναι να καταδειχθεί το πώς μπορεί να δημιουργηθεί ένα καλά σχεδιασμένο παιδαγωγικό σενάριο, έχοντας ως βάση τη χρήση δύο ηλεκτρονικών εργαλείων, της πλατφόρμας moodle και του διαδικτυακού συνεργατικού εργαλείου wiki, και στη συνέχεια πώς, βάσει αυτού του σεναρίου, μπορεί να αναπτυχθεί εκπαιδευτικό υλικό που θα προωθεί την ανάπτυξη αλληλεπίδρασης μεταξύ των οργανωμένων σε ομάδες μαθητών και την επίτευξη κοινών στόχων, την από κοινού δηλαδή οικοδόμηση της γνώσης, τη συνεργατική μάθηση.
Το εκπαιδευτικό υλικό, προτείνεται να εφαρμοστεί στη διδασκαλία της φυσικής και περιλαμβάνει τον σχεδιασμό της διδασκαλίας της ενότητας «Ο Βρασμός» για την Ε΄ τάξη του Δημοτικού Σχολείου.
Θα πρέπει να σημειωθεί πως στην παρούσα εργασία έγινε μια πρώτη προσπάθεια αξιοποίησης των συνεργατικών εργαλείων ηλεκτρονικής μάθησης στη διδακτική πράξη και ειδικότερα στη διδασκαλία της φυσικής. Σίγουρα θα παρουσίαζε ιδιαίτερο ενδιαφέρον η δοκιμή του εκπαιδευτικού υλικού που παράχθηκε μέσα σε συνθήκες διδασκαλίας. Μόνο κατ’ αυτόν τον τρόπο θα μπορούσαμε με βεβαιότητα να υποστηρίξουμε ότι το υλικό προωθεί πράγματι τη συνεργατική μάθηση.
Ωστόσο, έχοντας ως στήριγμα το θεωρητικό πλαίσιο της συνεργατικής μάθησης και με την πεποίθηση ότι οι νέες τεχνολογίες είναι το εργαλείο που μπορεί, εφόσον αξιοποιηθεί κατάλληλα και στο πλαίσιο ενός καλού εκπαιδευτικού σεναρίου, να κάνει τη διδακτική διαδικασία ποιοτικότερη, κρίνεται σκόπιμη η συστηματική μεθόδευση και άλλων προσπαθειών προς αυτή την κατεύθυνση.